Τρίτο και τελευταίο μέρος της συνέντευξης του συντρόφου Andrew από την Ουκρανία στην ιστοσελίδα Tous Dehors. Για τη μετάφραση χρησιμοποιήθηκε τόσο το γαλλικό πρωτότυπο κείμενο όσο και η αγγλική μετάφραση που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του περιοδικού Endnotes.
Υπήρξαν ενδιαφέρουσες εξελίξεις την τελευταία εβδομάδα;
Παρόλο που η προέλαση έχει επιβραδυνθεί και οι εβδομάδες μοιάζουν περισσότερο μεταξύ τους, έχει σημειωθεί μια αξιοσημείωτη αλλαγή. Πρώτον, η είδηση για τις επιτυχημένες αντεπιθέσεις του ουκρανικού στρατού γύρω από το Κίεβο και ότι η Ρωσία απέσυρε ορισμένες από τις απαιτήσεις της για ειρηνευτικές συνομιλίες, ενίσχυσε την εικόνα μιας επιτυχημένης ουκρανικής στρατιωτικής επιχείρησης. Αφού η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα περιορίσει τις στρατιωτικές ενέργειες γύρω από το Κίεβο, το ουκρανικό κοινό άρχισε να πανηγυρίζει για έναν πόλεμο που “έχει ήδη κερδηθεί”. Δεν είναι ακόμη σαφές πόσο είναι δεσμευμένη η Ρωσία στις ειρηνευτικές συνομιλίες ή αν είναι ένας προσωρινός αντιπερισπασμός, όπως άλλωστε παραμένει άγνωστη και η έκταση της “υποχώρησής” της. Αλλά θα πρέπει να δούμε και την άλλη πλευρά του ζητήματος. Η ουκρανική άμυνα συνεχίζει να βασίζεται σε στρατεύσιμους και εθελοντές χωρίς καμία στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ το ΝΑΤΟ προβαίνει σε αδιάκοπες προμήθειες όπλων. Η επιτυχία στις γραμμές του μετώπου θα ενισχύσει την εικόνα της κανονικότητας πίσω από αυτές και οι πρόσφυγες θα πρέπει να συμβιβαστούν με την καταστροφή, καθώς η βοήθεια θα εξανεμίζεται σιγά-σιγά. Οι άνθρωποι στις περικυκλωμένες πόλεις θα πρέπει να συνεχίσουν να κρύβονται από τους καθημερινούς βομβαρδισμούς και η Ρωσία πιθανότατα θα χρησιμοποιήσει τις απελευθερωμένες δυνάμεις για να ενισχύσει άλλες κατευθύνσεις επίθεσης. Σε αντίθεση με εκείνους που είναι πρόθυμοι να υπερασπιστούν την ψεύτικη διχοτόμηση μεταξύ πολέμου και ειρήνης, γνωρίζουμε ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Μάθαμε ότι η ουκρανική κυβέρνηση, στο όνομα της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και κάνοντας χρήση του στρατιωτικού νόμου, έχει θεσπίσει μια σειρά νόμων που περιορίζουν σημαντικά τα δικαιώματα των εργαζομένων. Οι εργοδότες μπορούν να αυξήσουν την εβδομάδα εργασίας από 40 σε 60 ώρες, να κόψουν τις άδειες και τις μέρες των διακοπών. Φοβάστε ότι όλα αυτά θα χρησιμεύσουν ως βάση για μια πιο ριζική αναδιάρθρωση του εργατικού δικαίου και της συνδικαλιστικής νομοθεσίας στο όνομα του πολέμου;
Πριν από τον πόλεμο, η Ουκρανία είχε ήδη ένα υψηλό ποσοστό ανεργίας που κυμαινόταν γύρω στο 10%, με ποσοστό απασχόλησης 65% το 2021. Η αβεβαιότητα για το μέλλον, η οποία εκφράστηκε από την έντονη παρουσία των φοιτητών κατά τη διάρκεια του Euromaidan, επιδεινώθηκε περαιτέρω από το επακόλουθο κύμα λιτότητας στον δημόσιο τομέα και ιδιαίτερα στα πανεπιστήμια. Τα υψηλά ποσοστά άτυπης απασχόλησης για όλες τις ηλικιακές ομάδες και οι άθλιες συντάξεις σήμαιναν ότι δεν υπήρχε διέξοδος από τη φτώχεια για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Σε μια στάσιμη και δίχως προοπτικές χώρα, ήξερες ότι τα σχέδιά σου δεν θα υλοποιούνταν, αλλά κατέρρεαν μόνο σταδιακά και σου επέτρεπαν να παριστάνεις ότι σου είχαν απομείνει κάποιες επιλογές για να βελτιώσεις τις συνθήκες διαβίωσής σου. Ο πόλεμος, όμως, σε αποπροσανατολίζει εντελώς, σε κάνει να νιώθεις εντελώς ανίσχυρος καθώς ρίχνεσαι σε ένα πέλαγος νέων απρόβλεπτων ενδεχομένων, με τα πάντα χαμένα και τους πάντες σε σύγχυση. Έναν μήνα μετά, δεν είμαι ακόμα σίγουρος αν θα μπορέσω ποτέ να μιλήσω για το “μετά” αυτού του πολέμου. Καταστρέφει το μέλλον, ρίχνει τα παγκόσμια χρηματιστήρια καθώς καταστρέφει τις θέσεις εργασίας και τις προοπτικές εκατομμυρίων ανθρώπων. Πρόκειται για μια κοσμοϊστορική καταστροφή. Καθώς σύντροφοι μπαίνουν στις τάξεις ενός νέου πατριωτικού στρατού, οι οποίοι δεν καταλαμβάνονται απλώς από την παράδοση των νεκρών γενεών, αλλά εξυμνούν την επανάληψή της, η δυνατότητα της απελευθέρωσης μοιάζει αποκλεισμένη.
Γι’ αυτό φοβάμαι ότι οι νόμοι για την “προσωρινή” εργασία απλώς επισημοποίησαν τις ήδη υπάρχουσες πρακτικές. Κανείς δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την τήρηση της νομιμότητας, καθώς εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους και οι εργοδότες έχουν διακόψει τη μισθοδοσία. Το σύστημα διαταράχθηκε ελαφρώς, αλλά γρήγορα προσαρμόστηκε και επιβεβαίωσε και πάλι την κυριαρχία του: οι πρόσφυγες προσπαθούν να βρουν οποιαδήποτε εργασία, και τα όρια εκμετάλλευσης μπορούν να παραμεριστούν σε τέτοιους απαιτητικούς καιρούς. Είναι δύσκολο να κρίνουμε αν οι περιορισμοί αυτοί [του εργατικού δικαίου] θα παραμείνουν και μετά τον πόλεμο. Ωστόσο, δεν θα αποτελούσε έκπληξη, αν αναλογιστεί κανείς την ανάγκη να βρουν κερδοφόρους κλάδους οι λιγοστές ξένες επενδύσεις. Τα συνδικάτα είναι απίθανο να αντιταχθούν σε αυτούς τους νόμους, καθώς δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου ανεξάρτητο συνδικαλιστικό κίνημα στην Ουκρανία, και οι επίσημες μετασοβιετικές οργανώσεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά κούφιες συντηρητικές δομές. Δεν έγιναν απεργίες, ούτε καν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 2014, και τα, σε μεγάλο βαθμό, πατριωτικά συνδικάτα είναι απίθανο να υπονομεύσουν την πολεμική προσπάθεια του έθνους.
Πώς εντάσσονται τα γεγονότα των τελευταίων ετών στην Ουκρανία στο πρόσφατο κύμα εξεγέρσεων στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης;
Όπως όλοι οι καλοί επαναστάτες, θα πρέπει να μην αφουγκραζόμαστε “τα παλιά καλά πράγματα, αλλά τα τελευταία και δυσάρεστα” [απόφθεγμα του Μπρεχτ που αναφέρει ο Μπένγιαμιν]. Αν και η ανάπτυξη του ιστορικού κόμματος δεν είναι σε καμία περίπτωση μια ομοιόμορφη και γραμμική διαδικασία, τα κινήματα μαθαίνουν το ένα από το άλλο. Η εξέγερση του Ιανουαρίου στο Καζακστάν αποτέλεσε την πρώτη περίπτωση εκτεταμένων λεηλασιών σε μια μετασοβιετική εξέγερση και ήταν η πρώτη τέτοια εξέγερση που δεν ξεκίνησε από κάποιο πολιτικό γεγονός. Πριν από αυτό, ο κόσμος στη Λευκορωσία είχε αποφύγει εντελώς τις λεηλασίες κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων που είχαν γενικά ως στόχο τη διεξαγωγή δίκαιων εκλογών. Οι Ουκρανοί στασιαστές το 2014 λεηλάτησαν μόνο τα αστυνομικά και κυβερνητικά κτίρια και επέστρεψαν αμέσως τα όπλα που απέσπασαν.[1] Οι ταραχές στο Κιργιστάν μετά τις εκλογές οδήγησαν σε λεηλασίες και η αστυνομία στηρίχθηκε στον πληθυσμό για την υπεράσπιση των λεηλατημένων καταστημάτων. Το ερώτημα της επιρροής που μπορεί να ασκήσει η εξέγερση στο Καζακστάν, μία από τις πολλές σε μια μακρά σειρά σύγχρονων εξεγέρσεων που προκλήθηκαν από την άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου, όσον αφορά τον γρήγορο μαζικό συντονισμό και τις λεηλασίες, για τους εξεγερμένους της μετασοσιαλιστικής περιόδου παραμένει ανοιχτό.
Κοιτάζοντας τα γεγονότα μετά το Μαϊντάν στην Ουκρανία, είναι δύσκολο να μην σε καταλάβει κατάθλιψη. Οι εθνικιστικές πορείες και οι ταραχές για τη διόρθωση των νόμων [2] έχουν προσελκύσει πιο φιλελεύθερα πλήθη. Επιπλέον, ακόμη και τα μέτρα που λήφθησαν για την πανδημία του Covid-19 δεν προκάλεσαν καμία σημαντική κινητοποίηση. Το μόνο κίνημα που προέκυψε, καθώς το κράτος διέλυε τα νοσοκομεία και εγκατέλειπε κάθε προσπάθεια για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, ήταν μερικές διαδηλώσεις επιχειρηματιών που ζητούσαν την άρση των τελευταίων υγειονομικών περιορισμών προς όφελος της κανονικής λειτουργίας των επιχειρήσεων [business as usual]. Όσο κι αν θα θέλαμε να διακηρύξουμε ότι οι αντιφάσεις επιτέλους φανερώθηκαν, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Παίρνεις το λεωφορείο και ακούς ένα ραδιοφωνικό ρεπορτάζ για την αιφνίδια έξαρση του Covid μεταξύ των οδηγών λεωφορείων. Μερικές φορές βλέπεις παλιές γερμανικές διαφημίσεις, που είναι ακόμα κολλημένες στα παράθυρα των μεταχειρισμένων λεωφορείων. Η απόλυτη σιωπή διακόπτεται μόνο από ξαφνικές φωνές, όταν ο επόμενος επιβάτης ανακαλύπτει ότι το κουμπί της στάσης δεν λειτουργεί πλέον. Για αρκετές ώρες τη νύχτα, πάντως, όταν τελειώνει η βάρδια των μπάτσων-ελεγκτών, μπορείτε να μετακινηθείτε δωρεάν με το τραμ.
Τα σαμποτάζ των σιδηροδρομικών γραμμών της Λευκορωσίας και οι σποραδικές λιποταξίες των Ρώσων δείχνουν τη δύναμη της ρήξης που αδιαφορεί για τη δημοκρατική κινητοποίηση και ξεπερνά τους εθνικούς φραγμούς. Τα ερωτήματα που έθεσαν οι ριζοσπάστες δεν ήταν ποτέ τα σωστά ερωτήματα: “Πρέπει να σαμποτάρουμε τη μηχανή του θανάτου;”, λες και η υποστήριξη των ριζοσπαστών θα κινητοποιούσε αμέσως τον πληθυσμό. Αλλά η απάντηση είναι μία: “η ζωή μας δεν θα έχει νόημα εάν δεν υπάρξει διάρρηξη των κυκλωμάτων της γενικευμένης εμπορευματικής παραγωγής”. Η αποφυγή της επιστράτευσης στην Ουκρανία παραμένει προς το παρόν ατομικοποιημένη, ανίκανη, με τη φυσική της σιωπή, να καταστρέψει το πατριωτικό έθνος που σφαγιάζει τον πληθυσμό στο όνομά του.
Η γενική δυναμική του μεγάλου παγκόσμιου εμφυλίου πολέμου, που ονομάζεται επίσης “πραγματικό κίνημα”, θα παραμείνει αδιαφανής για εμάς μέχρις ότου μια μεγάλη ρήξη ανοίξει νέες δυνατότητες. Παρόλα αυτά, μπορούμε ακόμη να διακρίνουμε κάποιους λιγότερο ή περισσότερο αχνούς απόηχους της εξέγερσης. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, η Ουκρανία ήταν ο τόπος εκατοντάδων περιστατικών λεηλασίας. Όσοι συμμετείχαν στις λεηλασίες συναντούσαν συχνά την κατασταλτική αντίδραση πολλών συμπολιτών τους. Αυτά τα περιστατικά λεηλασίας δείχνουν το τεράστιο μέγεθος του μίσους όσων αποκλείονται από τη διαδικασία αξιοποίησης του κεφαλαίου, είτε σπάνε τις βιτρίνες καταστημάτων ρούχων είτε επιχειρούν να επιτεθούν σε αυτόματους πωλητές αγαθών. Οι πρώτες συμβολίζουν την απόλυτη κυριαρχία του κεφαλαίου σε αστικά τοπία βελτιστοποιημένα για το εμπόριο καθώς και για την κυκλοφορία αγαθών και ανθρώπων – πράγματι, οι σοβιετικές λεωφόροι είναι τόσο πλατιές που ούτε ο βαρόνος Οσμάν δεν θα μπορούσε να ονειρευτεί κάτι καλύτερο. Οι αυτόματοι πωλητές είναι το όνειρο της αυτοματοποίησης που διαψεύδεται: ο ελεύθερος χρόνος μετατρέπεται σε κατάρα.
Προς το παρόν, η εικόνα της ουκρανικής πολιτικής είναι αυτή της παραγωγής σοσιαλδημοκρατών χωρίς σοσιαλδημοκρατία, αν και τα ρήγματα ήδη φαίνονται. Παίρνοντας τοις μετρητοίς αυτή τη σοσιαλδημοκρατική τοποθέτηση, η περιγραφή του Mike Davis για την τύφλωση της άρχουσας τάξης αποδεικνύεται χρήσιμη. [3] Δεδομένης της αποκαλυπτικής εικόνας του για τους δισεκατομμυριούχους που καταστρέφουν “όλα τα αγαθά της γης”, με την απληστία να μην χρειάζεται πλέον τις ατελείωτες δικαιολογίες του θεάματος, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η πολιτική τάξη, που είναι αναγκασμένη να συντηρεί ένα παγκόσμιο σύστημα που καταστρέφει την εγχώρια οικονομία της, είναι αποδιοργανωμένη και σε σύγχυση – και αυτό ισχύει για όλες τις πλευρές. Παρόλο που εξακολουθεί να υπαινίσσεται ίσως λίγο υπερβολικά συγκεκριμένους πολιτικούς στη ρίζα ενός ολοένα και πιο χωρίς όραμα ιμπεριαλισμού, η ανάλυσή του αναγνωρίζει το σημερινό πρόβλημα και το πώς δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκλωβιστεί σε αυτή την αιώνια καταιγίδα της προόδου. Είναι η δική μας εποχή που είχε κατά νου ο Μπένγιαμιν, αναφερόμενος στον Fuchs, καθώς έψαχνε στα νεκρά συντρίμμια του εργατικού κινήματος για σημάδια υλιστικής σκέψης: “Οι παρακμιακές εποχές και τα άρρωστα μυαλά“, έγραφε, “τείνουν επίσης προς τις γκροτέσκες αναπαραστάσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το γκροτέσκο είναι μια σοκαριστική αντανάκλαση του γεγονότος ότι, για τις συγκεκριμένες εποχές και τα συγκεκριμένα άτομα, τα προβλήματα του κόσμου και της ύπαρξης φαίνονται άλυτα“. [4]
Η καταθλιπτική εναλλακτική που προτείνει ο Ντέιβις απέναντι στην αποτυχία της “διοχέτευσης” της “ενέργειας που δημιουργήθηκε από το Occupy, το BLM και τις εκστρατείες του Σάντερς” είναι να καλέσει σε μια “προπαγάνδα με την πράξη” του 21ου αιώνα, λες και αυτή θα μπορούσε να αμβλύνει την καταστολή ή να εξαλείψει τον πόλεμο. [5] Αρνούμαστε να παραδοθούμε στη φαντασίωση ότι η λύτρωση του εβραϊκού λαού βρίσκεται στη δολοφονία ενός Πετλιούρα που έχει προ πολλού πάψει να υπάρχει. Ούτε είμαστε ικανοποιημένοι με μια μικρή ανακατανομή της οικονομικής ισχύος στη βάση ενός ριζοσπαστικοποιημένου εθνικιστικού κινήματος ως λύση στα ουκρανικά δεινά. Αντίθετα, ξεκινώντας από την έλλειψη ελπίδας ως το βασικό περιγραφικό στοιχείο της εποχής μας, πρέπει να προσπαθούμε να χαράξουμε έναν δρόμο μέσα από το σκοτάδι για μια διέξοδο από αυτήν. [6]
Τα συντρίμια του εργατικού κινήματος εξακολουθούν να κρύβουν το δρόμο. Αντί να προσπαθούμε να αναστήσουμε το πτώμα του, πρέπει να στραφούμε σε όλες τις εκδηλώσεις της αρνησης αυτού του κόσμου γύρω μας. Αν μια κοινότητα μισθωτών εργατών, που ο καθένας τους ήταν στο έλεος μιας ολοκληρωτικής οικονομίας, χρησιμοποιώντας τη στρατηγική των απεργιών και της αυτοδιαχείρισης, ήταν τελικά ικανή να παράγει μόνο μια κοινωνία εκτεταμένης ανεργίας, πώς θα μοιάζει η επανάσταση για εμάς; Με την εξάλειψη των θέσεων εργασίας, την αυξημένη κινητικότητα της εργατικής δύναμης και τις διάφορες μορφές ψευδοαπασχόλησης, η εκμετάλλευση είναι πλέον λειτουργία του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου και τα εύθραυστα τριχοειδή αγγεία της κυκλοφορίας του είναι αυτά που θα δούμε να τίθενται στο στόχαστρο στο μέλλον. Η ίδια διαλεκτική κίνηση ακολουθεί την πρόσφατη ιστορία της ιθαγένειας: όσοι εναπόθεσαν ελπίδες στην καθολικότητά της, δεν διέκριναν την ταχεία επέκταση της κατάστασης του μη πολίτη. Παρόλο που κάθε πολίτης είναι πάντα ένας πολίτης υπό αίρεση, επειδή είναι πάντα ύποπτος για την ατέλειά της ιδιότητάς του, την οποία πρέπει να αποδεικνύει διαρκώς εκ νέου μέσα από συνεχείς εξετάσεις, ένα από τα κύρια πρόσωπα του μη πολίτη παραμένει ο πρόσφυγας. Καθώς το οικείο εθνικό περιβάλλον ξεσπά στον ίδιο τον πόλεμο από τον οποίο υποτίθεται ότι τους προστάτευε, πώς θα μπορούσε ένας πρόσφυγας να εμπιστευτεί τη νέα πολιτική τάξη που ήδη τον απορρίπτει; Χωρίς να υπόκειται πλέον στην κυβέρνηση και τους φόρους της, ο πρόσφυγας αρχίζει να περιφρονεί κάθε σύνορο και τη γλώσσα κάθε ετικέτας προϊόντος, που και οι δύο ζητούν το αίμα του.
Καθώς καταστρώνουμε σχέδια, δημιουργώντας επαφές μέσα στο ηφαίστειο του πολέμου και καλώντας για την καταιγίδα μιας εξέγερσης, μόνο ένα ζήτημα περιμένει, όπως πάντα, πρακτική λύση: “Ποια εμπειρία θα μπορούσε ποτέ να συγκριθεί με την εμπειρία του να κρύβονται μαζί στο υπόγειο, όταν μοιράζονταν τις τελευταίες σταγόνες νερού και τις τελευταίες μπουκιές ψωμιού μεταξύ τους; Θα μπορέσουν να διατηρήσουν την αλληλεγγύη που επέδειξαν κατά τη διάρκεια της φυσικής καταστροφής καθώς θα βιώνουν την κοινωνική καταστροφή;” [7].
Andrew
Σημειώσεις
[1] Αυτό οδήγησε σε κρίσεις για τις ταραχές που δεν στερούνταν καθόλου πολιτικής ειρωνείας. Βλέπε, για παράδειγμα, το δημοσίευμα της Kyiv Post “Ούτε λεηλασίες ούτε αναρχία στην επανάσταση του EuroMaidan”.
[2] Σε αντίθεση με τις ταραχές που διατηρούν το νόμο ή καταλύουν τον νόμο. Οι Ουκρανοί εθνικιστές έχουν τελειοποιήσει την τέχνη του θεαματικού καψίματος ελαστικών, του γκρεμίσματος αγαλμάτων, των διεκδικητικών κινητοποιήσεων, χωρίς να έχουν να αντιτάξουν τίποτα στο κράτος παρά μόνο έναν ελαφρώς διαφορετικό, νεότερο υπουργό.
[3] Mike Davis, “Thanatos Triumphant”, Sidecar, 7 Μαρτίου 2022.
[4] “Eduard Fuchs, Collector and Historian”, σ. 271 στον τόμο Walter Benjamin, Selected Writings, Vol. 3.
[5] Αξίζει να αναφέρουμε ότι η συσχέτιση αυτών των διαφορετικών κινημάτων με μια ενιαία ενίσχυση του “ιστορικού κόμματος” διαγράφει τον τρόπο με τον οποίο καθένα από αυτά ανταποκρίθηκε σε προηγούμενα κύματα εξέγερσης ή μεταρρυθμιστικές εκστρατείες.
[6] (σ.τ.μ.) Εδώ ο σύντροφος φαίνεται να παραπέμπει στη γνωστή αποστροφή του Μαρξ στην επιστολή του προς τον Ρούγκε: “Μην μου πείτε ότι τρέφω υπερβολική εκτίμηση για τη σημερινή εποχή. Κι αν παρ’ όλα αυτά δεν απελπίζομαι, είναι επειδή η απελπιστική της κατάσταση με γεμίζει ελπίδα” (Μάιος 1843).
[7] (σ.τ.μ.) Πρόκειται για απόσπασμα από το μυθιστόρημα της Άννα Ζέγκερς, Η διάσωση, που αναφέρεται από τον Β. Μπένγιαμιν στο κείμενο, “A chronicle of Germany’s unemployed” σ. 129 στον τόμο Walter Benjamin, Selected Writings, 1938-40. Σε αυτό το μυθιστόρημα η Ζέγκερς πραγματεύεται την αποσύνθεση της ταξικής συνείδησης που έφερε η ανεργία στη Γερμανία και οδήγησε στην άνοδο των Ναζί.